Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου·
δι' οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας,
τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα,
Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ο Μέγας αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε το 329 μ.Χ.,
κατ' άλλους το 330 μ.Χ., στην Νεοκαισάρεια του Πόντου στο χωριό Άννησα και μεγάλωσε
στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. ῾Ο πατέρας του, φημισμένος διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς,
ἦταν ἕνας τίμιος εὐπατρίδης, πού ἀγαποῦσε τούς πτωχούς. Τό πλούσιο ἀρχοντικό του ἦταν πάντοτε
ἀνοικτό γιά ὅσους εἶχαν ἀνάγκη ἀπό στέγη καί τροφή. ῾Η γιαγιά Μακρίνα, πού ὑπῆρξε μαθήτρια τοῦ
῾Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας τοῦ Θαυματουργοῦ, ἦταν αὐτή πού εἶχε ἐμπνεύσει στόν Βασίλειο
καί τά ἀδέλφια του ὅλο τό θάρρος καί τήν πίστη καί τήν καρτερικότητα τῶν ῾Ομολογητῶν.
Καί αὐτή τούς ἐδίδαξε τά πρῶτα γράμματα, γιά νά ἀναδειχθοῦν ἀργότερα σέ
μεγάλες ἐκκλησιαστικές φυσιογνωμίες καί νά ἐνταχθοῦν στήν ὑπέρλαμπρη χορεία τῶν ῾Αγίων.
Γιατί, ἐκτός ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο, ἔχουν ἀνακηρυχθεῖ ῞Αγιοι ἀπό τήν ᾿Εκκλησία μας καί οἱ ἀδελφοί του· ὁ Γρηγόριος, ἐπίσκοπος Νύσσης, πρωτότοκη ἀδελφή του Μακρίνα, ὁ Πέτρος, πού ἔγινε ἐπίσκοπος Σεβαστείας, Θεοσεβία καί ὁ Ναυκράτιος, πού ἐθυσίασε τή ζωή του γιά τούς πάσχοντες καί πτωχούς.
Σπούδασε στην Αθήνα φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, αστρονομία και ιατρική,
έχοντας συμφοιτητές του τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό (τον θεολόγο) και τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.Αποσύρθηκε σε μια Μονή του Πόντου, αφού έγινε μοναχός, και ασκήθηκε εκεί με κάθε αυστηρότητα για πέντε χρόνια (357 - 362 μ.Χ.).
Ήδη τέλεια καταρτισμένος στην Ορθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Καισαρείας Ευσέβιο.
Το 370 μ.Χ έγινε Επίσκοπος Καισαρείας.Ένας από τους μεγαλύτερους θεολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η συμβολή του στην ανάπτυξη των γραμμάτων και της φιλανθρωπίας τον κατέστησαν μια από τις μεγαλύτερες μορφές της Χριστιανικής παράδοσης.
Κοιμήθηκε το 380 μ.Χ.
Αποφθέγματα :Το καλό δεν είναι καλό αν δεν γίνεται με καλό τρόπο.
Όποιος γεύτηκε την γλυκύτητα του λόγου του Θεού και τον πρόδωσε,
μοιάζει μ’ εκείνον που άλλαξε το πολύτιμο διαμάντι μ’ ένα χρωματιστό γυαλί.
Ἦχος α’.
Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου·
δι' οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας,
τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα,
Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ο Μέγας αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε το 329 μ.Χ.,
κατ' άλλους το 330 μ.Χ., στην Νεοκαισάρεια του Πόντου στο χωριό Άννησα και μεγάλωσε
στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. ῾Ο πατέρας του, φημισμένος διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς,
ἦταν ἕνας τίμιος εὐπατρίδης, πού ἀγαποῦσε τούς πτωχούς. Τό πλούσιο ἀρχοντικό του ἦταν πάντοτε
ἀνοικτό γιά ὅσους εἶχαν ἀνάγκη ἀπό στέγη καί τροφή. ῾Η γιαγιά Μακρίνα, πού ὑπῆρξε μαθήτρια τοῦ
῾Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας τοῦ Θαυματουργοῦ, ἦταν αὐτή πού εἶχε ἐμπνεύσει στόν Βασίλειο
καί τά ἀδέλφια του ὅλο τό θάρρος καί τήν πίστη καί τήν καρτερικότητα τῶν ῾Ομολογητῶν.
Καί αὐτή τούς ἐδίδαξε τά πρῶτα γράμματα, γιά νά ἀναδειχθοῦν ἀργότερα σέ
μεγάλες ἐκκλησιαστικές φυσιογνωμίες καί νά ἐνταχθοῦν στήν ὑπέρλαμπρη χορεία τῶν ῾Αγίων.
Γιατί, ἐκτός ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο, ἔχουν ἀνακηρυχθεῖ ῞Αγιοι ἀπό τήν ᾿Εκκλησία μας καί οἱ ἀδελφοί του· ὁ Γρηγόριος, ἐπίσκοπος Νύσσης, πρωτότοκη ἀδελφή του Μακρίνα, ὁ Πέτρος, πού ἔγινε ἐπίσκοπος Σεβαστείας, Θεοσεβία καί ὁ Ναυκράτιος, πού ἐθυσίασε τή ζωή του γιά τούς πάσχοντες καί πτωχούς.
Σπούδασε στην Αθήνα φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, αστρονομία και ιατρική,
έχοντας συμφοιτητές του τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό (τον θεολόγο) και τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.Αποσύρθηκε σε μια Μονή του Πόντου, αφού έγινε μοναχός, και ασκήθηκε εκεί με κάθε αυστηρότητα για πέντε χρόνια (357 - 362 μ.Χ.).
Ήδη τέλεια καταρτισμένος στην Ορθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Καισαρείας Ευσέβιο.
Το 370 μ.Χ έγινε Επίσκοπος Καισαρείας.Ένας από τους μεγαλύτερους θεολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η συμβολή του στην ανάπτυξη των γραμμάτων και της φιλανθρωπίας τον κατέστησαν μια από τις μεγαλύτερες μορφές της Χριστιανικής παράδοσης.
Κοιμήθηκε το 380 μ.Χ.
Αποφθέγματα :Το καλό δεν είναι καλό αν δεν γίνεται με καλό τρόπο.
Όποιος γεύτηκε την γλυκύτητα του λόγου του Θεού και τον πρόδωσε,
μοιάζει μ’ εκείνον που άλλαξε το πολύτιμο διαμάντι μ’ ένα χρωματιστό γυαλί.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)Ἦχος α’.
Ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας σου, τάς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας·
ὡς γάρ τά βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καί τά κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι. Ἀλλά πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γεννήθηκε το 329 μ.Χ. στην Αριανζό, κωμόπολη της Καππαδοκίας, από γονείς Αγίους, τον Γρηγόριο, επίσκοπο Ναζιανζού (1η Ιανουαρίου) και την Νόννα (5 Αυγούστου). Έχει δύο αδέρφια, Αγίους: τον Καισάρειο (βλέπε 9 Μαρτίου) και τη πασίγνωστη για την ευσέβειά της αδερφή Γοργονία (βλέπε 23 Φεβρουαρίου).
Στη Ναζιανζό, διδάσκεται τη στοιχειώδη εκπαίδευση, ενώ τη μέση στη Καισάρεια, όπου γνωρίζεται με το συμμαθητή του Μέγα Βασίλειο (βλέπε 1 Ιανουαρίου). Έπειτα, πηγαίνει κοντά σε περίφημους διδασκάλους της ρητορικής στη Παλαιστίνη και στην Αλεξάνδρεια και, τέλος, στα Πανεπιστήμια της Αθήνας. Οι σπουδές του διήρκεσαν 13 ολόκληρα χρόνια (από 17 έως 30 ετών).
Μετά τις σπουδές στην Αθήνα ο Γρηγόριος επιστρέφει στη πατρίδα του μονολότι του πρόσφεραν έδρα Καθηγητή Πανεπιστημίου. Εκεί, ο πατέρας του, επίσκοπος Ναζιανζού, τον χειροτονεί πρεσβύτερο. Αλλά ο Άγιος Γρηγόριος προτιμά την ησυχία του αναχωρητηρίου στο Πόντο, κοντά στο φίλο του Βασίλειο, για περισσότερη άσκηση στην πνευματική ζωή.
Το (378 μ.Χ.), η θεία Πρόνοια τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη όπου υπερασπίζεται με καταπληκτικό τρόπο την Ορθοδοξία και χτυπά καίρια τους Αρειανούς, που είχαν πλημμυρίσει την Κωνσταντινούπολη.
Μετά από σκληρό αγώνα με τους αιρετικούς Αρειανούς και επικίνδυνους ο Μέγας Θεοδόσιος τον αναδεικνύει Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (381 μ.Χ.). Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον αναγνώρισε ως Πρόεδρό της. Όμως μια μερίδα επισκόπων τον αντιπολιτεύεται για ευτελή λόγο. Τότε ο Γρηγόριος, αηδιασμένος, δηλώνει τη παραίτησή του, αναχωρεί στη γενέτειρά του Αριανζό και τελειώνει με ειρήνη τη ζωή του, το 390 μ.Χ.
Αποφθέγματα :
«ὄναρ ἐσμὲν οὐχ ἱστάμενον,
φύσημά τι μή κρατούμενον,
πτῆσις ὀρνέου παρερχομένου,
ναῦς ἐπί θαλάττης ἴχνος οὐκ ἔχουσα».
Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτεται, φωτίζει, ζωοποιεί, μάλλον είναι το ίδιο φώς και ζωή.
Καθιστά τους ανθρώπους ναούς, τους θεοποιεί και τους τελειοποιεί.
Ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας σου, τάς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας·
ὡς γάρ τά βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καί τά κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι. Ἀλλά πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γεννήθηκε το 329 μ.Χ. στην Αριανζό, κωμόπολη της Καππαδοκίας, από γονείς Αγίους, τον Γρηγόριο, επίσκοπο Ναζιανζού (1η Ιανουαρίου) και την Νόννα (5 Αυγούστου). Έχει δύο αδέρφια, Αγίους: τον Καισάρειο (βλέπε 9 Μαρτίου) και τη πασίγνωστη για την ευσέβειά της αδερφή Γοργονία (βλέπε 23 Φεβρουαρίου).
Στη Ναζιανζό, διδάσκεται τη στοιχειώδη εκπαίδευση, ενώ τη μέση στη Καισάρεια, όπου γνωρίζεται με το συμμαθητή του Μέγα Βασίλειο (βλέπε 1 Ιανουαρίου). Έπειτα, πηγαίνει κοντά σε περίφημους διδασκάλους της ρητορικής στη Παλαιστίνη και στην Αλεξάνδρεια και, τέλος, στα Πανεπιστήμια της Αθήνας. Οι σπουδές του διήρκεσαν 13 ολόκληρα χρόνια (από 17 έως 30 ετών).
Μετά τις σπουδές στην Αθήνα ο Γρηγόριος επιστρέφει στη πατρίδα του μονολότι του πρόσφεραν έδρα Καθηγητή Πανεπιστημίου. Εκεί, ο πατέρας του, επίσκοπος Ναζιανζού, τον χειροτονεί πρεσβύτερο. Αλλά ο Άγιος Γρηγόριος προτιμά την ησυχία του αναχωρητηρίου στο Πόντο, κοντά στο φίλο του Βασίλειο, για περισσότερη άσκηση στην πνευματική ζωή.
Το (378 μ.Χ.), η θεία Πρόνοια τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη όπου υπερασπίζεται με καταπληκτικό τρόπο την Ορθοδοξία και χτυπά καίρια τους Αρειανούς, που είχαν πλημμυρίσει την Κωνσταντινούπολη.
Μετά από σκληρό αγώνα με τους αιρετικούς Αρειανούς και επικίνδυνους ο Μέγας Θεοδόσιος τον αναδεικνύει Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (381 μ.Χ.). Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον αναγνώρισε ως Πρόεδρό της. Όμως μια μερίδα επισκόπων τον αντιπολιτεύεται για ευτελή λόγο. Τότε ο Γρηγόριος, αηδιασμένος, δηλώνει τη παραίτησή του, αναχωρεί στη γενέτειρά του Αριανζό και τελειώνει με ειρήνη τη ζωή του, το 390 μ.Χ.
Αποφθέγματα :
«ὄναρ ἐσμὲν οὐχ ἱστάμενον,
φύσημά τι μή κρατούμενον,
πτῆσις ὀρνέου παρερχομένου,
ναῦς ἐπί θαλάττης ἴχνος οὐκ ἔχουσα».
Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτεται, φωτίζει, ζωοποιεί, μάλλον είναι το ίδιο φώς και ζωή.
Καθιστά τους ανθρώπους ναούς, τους θεοποιεί και τους τελειοποιεί.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. δ’.
Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 347 μ.Χ.(κατά άλλους το 354 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα, και η μητέρα του - χήρα τότε 20 ετών - τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια - κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνια - αλλά και στην Αθήνα, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μέγα Βασίλειο (βλέπε 1 Ιανουαρίου).
Όταν αποπεράτωσε τις σπουδές του, επανήλθε στην Αντιόχεια και αποσύρθηκε στην έρημο για πέντε χρόνια, όπου ασκήτευε προσευχόμενος και μελετώντας τις Άγιες Γραφές. Ασθένησε όμως και επέστρεψε στην Αντιόχεια, οπού χειροτονήθηκε διάκονος - το 381 μ.Χ., σε ηλικία 34 ετών - από τον Αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο. Αργότερα δε από τον διάδοχο του Μελετίου Φλαβιανό πρεσβύτερος σε ηλικία 40 ετών.
Κατά την Ιερατική του διακονία ανέπτυξε όλα τα ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θείο ζήλο και πρωτοφανή ευγλωττία στα κηρύγματα του. Έσειε και συγκλόνιζε τα πλήθη της Αντιόχειας και συγκινούσε τις ψυχές τους βαθύτατα. Η φήμη του αυτή έφτασε μέχρι τη βασιλεύουσα και έτσι, την 15η Δεκεμβρίου 397 μΧ., με κοινή ψήφο βασιλιά Αρκαδίου και Κλήρου, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι που ο ίδιος δεν επεδίωξε ποτέ.
Ο ιερός Χρυσόστομος κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του υπήρξε αδυσώπητος ελεγκτής κάθε παρανομίας και κακίας. Αυτό όμως έγινε αιτία να δημιουργήσει φοβερούς εχθρούς, και μάλιστα αυτήν την αυτοκράτειρα Ευδοξία, επειδή ήλεγχε τις παρανομίες της.
H ασεβής αυτή αυτοκράτειρα, κατάφερε να εξορίσει δύο φορές τον Άγιο,τη δεύτερη φορά (20 Ιουνίου 404 μ.Χ.) στην Κουκουσό της Αρμενίας και από κει στα Κόμανα, όπου μετά από πολλές κακουχίες και άλλες ταλαιπωρίες πέθανε το 407 μ.Χ.
Ἦχος πλ. δ’.
Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 347 μ.Χ.(κατά άλλους το 354 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα, και η μητέρα του - χήρα τότε 20 ετών - τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια - κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνια - αλλά και στην Αθήνα, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μέγα Βασίλειο (βλέπε 1 Ιανουαρίου).
Όταν αποπεράτωσε τις σπουδές του, επανήλθε στην Αντιόχεια και αποσύρθηκε στην έρημο για πέντε χρόνια, όπου ασκήτευε προσευχόμενος και μελετώντας τις Άγιες Γραφές. Ασθένησε όμως και επέστρεψε στην Αντιόχεια, οπού χειροτονήθηκε διάκονος - το 381 μ.Χ., σε ηλικία 34 ετών - από τον Αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο. Αργότερα δε από τον διάδοχο του Μελετίου Φλαβιανό πρεσβύτερος σε ηλικία 40 ετών.
Κατά την Ιερατική του διακονία ανέπτυξε όλα τα ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θείο ζήλο και πρωτοφανή ευγλωττία στα κηρύγματα του. Έσειε και συγκλόνιζε τα πλήθη της Αντιόχειας και συγκινούσε τις ψυχές τους βαθύτατα. Η φήμη του αυτή έφτασε μέχρι τη βασιλεύουσα και έτσι, την 15η Δεκεμβρίου 397 μΧ., με κοινή ψήφο βασιλιά Αρκαδίου και Κλήρου, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι που ο ίδιος δεν επεδίωξε ποτέ.
Ο ιερός Χρυσόστομος κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του υπήρξε αδυσώπητος ελεγκτής κάθε παρανομίας και κακίας. Αυτό όμως έγινε αιτία να δημιουργήσει φοβερούς εχθρούς, και μάλιστα αυτήν την αυτοκράτειρα Ευδοξία, επειδή ήλεγχε τις παρανομίες της.
H ασεβής αυτή αυτοκράτειρα, κατάφερε να εξορίσει δύο φορές τον Άγιο,τη δεύτερη φορά (20 Ιουνίου 404 μ.Χ.) στην Κουκουσό της Αρμενίας και από κει στα Κόμανα, όπου μετά από πολλές κακουχίες και άλλες ταλαιπωρίες πέθανε το 407 μ.Χ.
·
Η ελπίδα,
οδηγεί στη μετάνοια και τη σωτηρία.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος,
τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας,
τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας
νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον,
σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι,
πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί,
συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν·
αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.
ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ: Στις 30 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των τριών Ιεραρχών .
Οι Τρεις Ιεράρχες είναι οι επιφανείς Άγιοι και Θεολόγοι της Εκκλησίας μας, Βασίλειος ο Μέγας, Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός. Η Εκκλησία τιμά χωριστά καθέναν από τους Αγίους τρεις Ιεράρχες για τη σοφία τους, το έργο τους και την χριστιανική τους πίστη.
Ἦχος α’.
Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος,
τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας,
τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας
νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον,
σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι,
πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί,
συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν·
αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.
ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ: Στις 30 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των τριών Ιεραρχών .
Οι Τρεις Ιεράρχες είναι οι επιφανείς Άγιοι και Θεολόγοι της Εκκλησίας μας, Βασίλειος ο Μέγας, Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός. Η Εκκλησία τιμά χωριστά καθέναν από τους Αγίους τρεις Ιεράρχες για τη σοφία τους, το έργο τους και την χριστιανική τους πίστη.
Επί βασιλείας του αυτοκράτορα Αλεξίου του Κομνηνού (1081-1118) ξέσπασε στην Βασιλεύουσα φιλονικία που διαίρεσε τους λογίους, τους καταρτισμένους στα ζητήματα της πίστεως και τους έμπλεους ζήλου για την αρετή, με θέμα τους τρεις αγίους ιεράρχες και μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας: τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Αλλοι έλεγαν ότι προτιμούν τον Μέγα Βασίλειο, γιατί ερμήνευε τα μυστήρια της φύσης όπως κανείς άλλος, και με τον ενάρετο βίο του συναγωνιζόταν τους αγγέλους.
Μια νύχτα, οι τρεις άγιοι ιεράρχες παρουσιάσθηκαν σε ενύπνιο στον άγιο Ιωάννη Μαυρόποδα, μητροπολίτη Ευχαϊτών (του Πόντου) (5 Οκτ.), αρχικά ένας ένας και ύστερα μαζί. Του είπαν με μια φωνή: «Καθώς βλέπεις είμαστε και οι τρεις κοντά στον Θεό και δεν μας χωρίζει ούτε διαφωνία ούτε αντιπαλότητα. Ο καθένας από εμάς, ανάλογα με τις περιστάσεις και με την έμπνευση που είχε λάβει από το Αγιο Πνεύμα, συνέγραψε και δίδαξε για την σωτηρία των ανθρώπων. Δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, ούτε τρίτος ανάμεσά μας κι αν καλέσεις τον ένα, πάραυτα θα παρουσιασθούν και οι δυο άλλοι. Γι’ αυτό πρόσταξε όσους φιλονικούν, να μην προξενούν διαιρέσεις στην Εκκλησία εξαιτίας μας, αφού όσο βρισκόμασταν εν ζωή όλες μας οι προσπάθειες αποσκοπούσαν στην αποκατάσταση της ενότητας και της ομόνοιας στον κόσμο. Μερίμνησε κατόπιν, να εορτάζεται η μνήμη και των τριών μας την ίδια ημέρα, συνθέτοντας την ακολουθία και τους ύμνους που μας έχουν αφιερώσει, με την τέχνη και την γνώση που σου έδωσε ο Θεός, και παράδωσέ τα στους χριστιανούς με την εντολή να εορτάζουν την κοινή τιμή μας κάθε χρόνο. Εάν μας τιμήσουν κατ’ αυτό τον τρόπο, ως όντες ένα κοντά στον Θεό και εν Θεώ, υποσχόμαστε ότι θα μεσιτεύουμε στην κοινή μας προσευχή για την σωτηρία τους». Με αυτά τα λόγια οι άγιοι ανέβηκαν στον ουρανό μέσα σε άπειρο φως, αποκαλώντας ο ένας τον άλλο με το όνομά του.
Δικαιολογημένα θεωρούνται ως οι προστάτες της Παιδείας,
ή, πιο συγκεκριμένα, των ελληνικών και χριστιανικών γραμμάτων
καθώς είναι τεράστια η συμβολή τους στην πραγματικά
κοσμοϊστορική συνάντηση ελληνισμού και χριστιανισμού,
μια συνάντηση που σε μεγάλο βαθμό πραγματοποιήθηκε
αλλά και ωρίμασε στην εποχή τους,
δηλαδή στον 4ο μ.Χ αιώνα, και η οποία
καθορίζει την ιστορία μας και τη ζωή μας μέχρι και σήμερα.
ή, πιο συγκεκριμένα, των ελληνικών και χριστιανικών γραμμάτων
καθώς είναι τεράστια η συμβολή τους στην πραγματικά
κοσμοϊστορική συνάντηση ελληνισμού και χριστιανισμού,
μια συνάντηση που σε μεγάλο βαθμό πραγματοποιήθηκε
αλλά και ωρίμασε στην εποχή τους,
δηλαδή στον 4ο μ.Χ αιώνα, και η οποία
καθορίζει την ιστορία μας και τη ζωή μας μέχρι και σήμερα.